Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2010

ΨΩΡΟΚΩΣΤΑΙΝΑ

Την αφορμή για την διήγηση που παραθέτω, μου έδωσε ένας αδαής δημοσιογράφος με εκπομπή σε έναν καθόλα νεοταξικό μεγάλο ραδιοφωνικό σταθμό, με τη συνεχή υποτιμητική αναφορά του στο παρατσούκλι αυτής της μεγάλης ελληνίδας. Και το έκανε, όπως πολλοί από εμάς, που εν αγνοία μας προσβάλλουμε καθημερινά στις συζητήσεις αυτήν την αγνή ψυχή, στην προσπάθεια να περιγράψουμε την καχεξία και την κακομοιριά τού νεοελληνικού κράτους.
Στην Ελλάδα τών Βαυαρών, λοιπόν, καταδιώχθηκαν ο Κολοκοτρώνης, ο Μακρυγιάννης και άλλοι αγωνιστές, όπως ο μέγας Νικηταράς, που πέθανε άπορος πάνω στην ψάθα κάπου στον Πειραιά. Και αρνήθηκε, αυτός ο «ομοιοπαθής» τής «Ψωροκώσταινας», να πάρει την βοήθεια που τού πρόσφερε το φιλάνθρωπο χέρι ενός Άγγλου διπλωμάτη, που είχε ακούσει για τη μεγάλη φτώχεια στην οποία ζούσε ο ξεχασμένος ήρωας από τους Βαυαρούς κυβερνώντες. Αρνήθηκε, για να μη δώσει, λέει, αφορμή, σε κανέναν ξένο να κακολογήσει την πατρίδα του ότι ξεχνάει τους ανθρώπους της. Αυτή η μεγαλειώδης ομολογία πατριωτικής αγάπης είναι ικανή να κάνει ένα δάκρυ να κυλήσει. Όμως δεν είχε θέση για όλους αυτούς η νέα, ελεύθερη Ελλάδα. Ούτε και η «Ψωροκώσταινα» φυσικά. Με τα χρόνια, η συλλογική μνήμη των νεοελλήνων άρχισε να διαστρέφεται, εξαιτίας τών ιδανικών μιας νέας ανερχόμενης αστικής τάξης, που είχε ως μοναδικό της σκοπό την κοινωνική καταξίωση και την ευμάρεια. Με επίκεντρο της την ξενόφερτη βασιλεία, και υπό την επίδραση τού Διαφωτισμού και των δυτικών, έντονων πολιτισμικών επιρροών, κάθε λαϊκή μορφή, κάθε τι γνήσια ελληνικό, υπέστη μια τεράστια υποβίβαση. Μετεξελίχθηκε σε έναν περιφρονητικό ορισμό, που θύμιζε απλώς το μίζερο παρελθόν από το οποίο, η νέα αυτή μεγαλοαστική τάξη, η γεμάτη με συμπλέγματα κατωτερότητας, προσπαθούσε να ξεφύγει με την προσμονή τού πλήρους εξευρωπαϊσμού της. Η δουλοπρέπεια τών νεοελλήνων έναντι τών δυτικών, χρονολογείται ήδη από τα πρώτα χρόνια τής Εθνικής μας Επανάστασης.
Η ζητιάνα «Ψωροκώσταινα», ήταν μια τέτοια περίπτωση υποτίμησης και άδικης περιφρόνησης. Δεν ταίριαζε δίπλα στην madam Pompidou και στα σαλόνια, και επειδή η δεύτερη λογιζόταν σαν όντως κυρία, η «Ψωροκώσταινα» έγινε η προσωποποίηση τής εθνικής μας ντροπής. Και ενώ θα έπρεπε να την τιμούμε και να την μνημονεύουμε ευλαβικά, όπως ακριβώς και στην παραβολή με τον οβολό τής πτωχής χήρας, εμείς αντίθετα την περιφρονήσαμε. Κάθε φορά που την αποκαλούμε «Ψωροκώσταινα», καθένας από εμάς, είναι σαν να τής δίνει μία ακόμη μαχαιριά. Σκοπός τού άρθρου, είναι να διαδόσουμε και να διαφωτίσουμε τους συμπατριώτες μας για αυτήν την τεράστια ατιμία, που γίνεται εις βάρος τής αρχόντισσας Ελληνίδας Πανωραίας Χατζηκώστα. Διαβάστε την ιστορία της και κρίνετε μόνοι σας. « Στην εποχή που κυβερνούσε την Ελλάδα ο Καποδίστριας ζούσε στο Ναύπλιο μια ζητιάνα, που την έλεγαν «Ψωροκώσταινα». Σε μια λοιπόν συνεδρίαση τής Συνέλευσης, κάποιος θέλοντας να πει για τη φτώχεια τού Ελληνικού Δημοσίου (θλιβερή έμπνευση), το παρομοίασε με την πασίγνωστη ζητιάνα. Από τότε η λέξη επαναλήφθηκε στις συζητήσεις και τελικά επικράτησε. Μόνο που, όταν λέγεται τώρα δεν εννοεί το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά ολόκληρη την χώρα.
Η όλη ιστορία τής Ψωροκώσταινας (Ευ. Δαδιώτης, «Αιγαιοπελαγίτικα» τεύχος 13) είναι η εξής: «Δεν έχω τίποτα άλλο από αυτό το ασημένιο δαχτυλίδι κι' αυτό το γρόσι. Αυτά τα τιποτένια προσφέρω στο μαρτυρικό Μεσολόγγι», είπε περήφανα η γριά πλύστρα Χατζηκώσταινα και τα άφησε πάνω στο τραπέζι που είχε στήσει στην πλατεία του Ναυπλίου η ερανική επιτροπή, εκείνη την Κυριακή του 1826.Ύστερα από αυτή την απρόσμενη χειρονομία, κάποιος από το πλήθος φώναξε: «Για δείτε, η πλύστρα η Ψωροκώσταινα πρώτη πρόσφερε τον οβολό της.» Κι' αμέσως το φιλότιμο πήρε και έδωσε. Βροχή πέφταν πάνω στο τραπέζι λίρες, γρόσια και ασημικά. Αυτή ήταν η συνέχεια τής φτωχής προσφοράς τής πλύστρας Χατζηκώσταινας, που από εκείνη τη στιγμή αποθανατίστηκε με το παρατσούκλι «Ψωροκώσταινα». Και το παρανόμι αυτό κόλλησε έπειτα στην Ελλάδα. Αλλά, ποιά ήταν αυτή η «Ψωροκώσταινα»; Ήταν η κάποτε αρχόντισσα τών Κυδωνιών, τού Αϊβαλιού, Πανωραία Χατζηκώστα, σύζυγος πάμπλουτου Αϊβαλιώτη εμπόρου, που φημιζότανε όχι μόνο για τα πλούτη του άνδρα της, μα και για τα πολλά δικά της κι ακόμα για την ομορφιά της.
Όταν αργότερα οι Τούρκοι πυρπόλησαν την πολιτεία του Αϊβαλί, και έσφαξαν άνδρες και γυναικόπαιδα, ανάμεσα σε αυτούς που σώθηκαν ήταν και η αρχόντισσα Πανωραία Χατζηκώστα, που είδε να σφάζουν οι Τούρκοι τον άνδρα της και τα παιδιά της. Κατά καλή της τύχη ένας ναύτης την βοήθησε και μαζί με άλλους την ανέβασε σε ένα καράβι που ξεμπάρκαρε στα Ψαρά. Εκεί αναγνωρίστηκε από τον ομοιοπαθή της Βενιαμίν τον Λέσβιο, την προστάτεψε και τον ακολούθησε στην Πελοπόννησο. Στο Ναύπλιο, ο Βενιαμίν παρέδιδε μαθήματα για να ζήσει και η Πανωραία, για να ζήσει, άρχισε να ξενοπλένει και αργότερα, με σαλεμένα σχεδόν τα λογικά της, ζητιάνευε στους δρόμους τού Ναυπλίου. Έπειτα από το περιστατικό τού εράνου στο Ναύπλιο, όταν έφτασε ο Καποδίστριας στην Ελλάδα, τη συμμάζεψε κι' όταν ίδρυσε το ορφανοτροφείο, η Πανωραία, που τώρα έγινε γνωστή με το παρανόμι «Ψωροκώσταινα», προσφέρθηκε να πλένει τα ρούχα τών ορφανών χ ω ρ ί ς κ α μ ι ά π λ η ρ ω μ ή.
«Λεξικό Λαϊκής Σοφίας», Τάκη Νατσούλη-Εκδ. Σμυρνιωτάκη-σελ. 581. (Ευ. Δαδιώτης, «Αιγαιοπελαγίτικα» τεύχος 13) Ο συμπαθέστατος Σπαθάρης μπορεί να «έφυγε» αλλά οι Καραγκιόζηδες είναι ακόμη εδώ. Στις μέρες μας, που η Ελλάδα έχει γεμίσει με Χατζηαβάτηδες και με άλλες κωμικές φιγούρες τού Θεάτρου Σκιών, που σπάζουν στη μέση, λείπει, δυστυχώς, ο Μπάρμπα Γιώργος με την γκλίτσα.

Γεράσιμος Γ. Γερολυμάτος
Ζωγράφος

Πηγή http://www.emphasisworld.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: